Πράξεις Αποστόλων, ΚΓ'(23) 1-11
Νεοελληνική Απόδοση
Ο Παύλος μπροστά στο συνέδριο
Ατένισε λοιπόν ο Παύλος στο συνέδριο και είπε: «Άντρες αδελφοί, εγώ με όλη την αγαθή συνείδηση έχω πολιτευτεί στο Θεό μέχρις αυτήν την ημέρα».
Αλλά ο αρχιερέας Ανανίας διέταξε σ’ αυτούς που είχαν σταθεί δίπλα του να του χτυπήσουν το στόμα.
Τότε ο Παύλος είπε προς αυτόν: «Μέλλει ο Θεός να σε χτυπήσει, τοίχε ασβεστωμένε! Μολονότι εσύ κάθεσαι να με κρίνεις κατά το νόμο, όμως παρανομώντας διατάζεις να με χτυπούν;»
Αλλά εκείνοι που είχαν σταθεί δίπλα του είπαν: «Τον αρχιερέα του Θεού βρίζεις;»
Και είπε ο Παύλος: «Δεν ήξερα, αδελφοί, ότι είναι αρχιερέας. Γιατί είναι γραμμένο: Άρχοντα του λαού σου δε θα κακολογήσεις».
Επειδή κατάλαβε τότε ο Παύλος ότι το ένα μέρος είναι Σαδουκκαίοι και το άλλο Φαρισαίοι, έκραζε μέσα στο συνέδριο: «Άντρες αδελφοί, εγώ είμαι Φαρισαίος, γιος Φαρισαίων. για ελπίδα και ανάσταση νεκρών εγώ κρίνομαι».
Και όταν αυτός είπε τούτο, έγινε διάσταση των Φαρισαίων και των Σαδουκκαίων και σχίστηκε το πλήθος.
Γιατί, βέβαια, οι Σαδουκκαίοι λένε πως δεν υπάρχει ανάσταση μήτε άγγελος μήτε πνεύμα, οι Φαρισαίοι όμως ομολογούν και τα δύο.
Έγινε τότε κραυγή μεγάλη και σηκώθηκαν μερικοί από τους γραμματείς του μέρους των Φαρισαίων και έκαναν διαμάχη, λέγοντας: «Τίποτα κακό δε βρίσκουμε στον άνθρωπο τούτο. και αν πνεύμα μίλησε σ’ αυτόν ή άγγελος;»
Επειδή λοιπόν έγινε πολλή διάσταση, φοβήθηκε ο χιλίαρχος μην κομματιαστεί ο Παύλος από αυτούς και διέταξε το στράτευμα να κατεβεί και να τον αρπάξει από το μέσο αυτών και να τον οδηγήσει στο στρατώνα.
Και την επόμενη νύχτα τού εμφανίστηκε ο Κύριος και είπε: «Έχε θάρρος. Γιατί όπως μαρτύρησες επίσημα όσα αφορούν εμένα στην Ιερουσαλήμ, έτσι εσύ πρέπει να μαρτυρήσεις και στη Ρώμη».